- σκουληκαντέρα
- η водяной червь.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
σκουληκαντέρα — η, Ν σκουλήκι που ζει στο νερό ή σε υγρά εδάφη. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκουλήκι + άντερο, κατά τα θηλ. σε α] … Dictionary of Greek
σκουληκαντέρα — η είδος σκουληκιού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)